Ζωή ήρεμη, απλή.
Το παιχνίδι ήταν με τα χρώματα.
Μικρός, τα σίδερα μοιάζαν με φύλλα.
Ύστερα γίναν γαλάζια,
χαρά, εργασία,
«πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».
Ώσπου μεγάλωσε.
Τα σίδερα βάφτηκαν χρυσά.
Τα δάχτυλα σέρνονται,
ρόδινα ερπετά πάνω στο
χρυσάφι τους.
Ηδονή και ελευθερία.
Μα μια μέρα,
το νύχι ξύνει τη χρυσή μπογιά..
Και νάσου τα σίδερα,
γυμνά, πρόστυχα γυμνά μπροστά του.
Τα τραντάζει με μανία.
Όμως αυτά ήταν γερά,
και αυτός ως τώρα
ήρεμος, απλός, ευτυχισμένος.
Τυφλά περιστέρια τα δάχτυλά του
σκοτώνονται στα σίδερα.
Το άλλο πρωί
τα σίδερα ήταν βαμμένα πάλι,
μα ήταν τούτη τη φορά
το κόκκινο του αίματος,
το κόκκινο του χείμαρρου,
το κόκκινο της λευτεριάς.
Το παιχνίδι ήταν με τα χρώματα.
Μικρός, τα σίδερα μοιάζαν με φύλλα.
Ύστερα γίναν γαλάζια,
χαρά, εργασία,
«πατρίς, θρησκεία, οικογένεια».
Ώσπου μεγάλωσε.
Τα σίδερα βάφτηκαν χρυσά.
Τα δάχτυλα σέρνονται,
ρόδινα ερπετά πάνω στο
χρυσάφι τους.
Ηδονή και ελευθερία.
Μα μια μέρα,
το νύχι ξύνει τη χρυσή μπογιά..
Και νάσου τα σίδερα,
γυμνά, πρόστυχα γυμνά μπροστά του.
Τα τραντάζει με μανία.
Όμως αυτά ήταν γερά,
και αυτός ως τώρα
ήρεμος, απλός, ευτυχισμένος.
Τυφλά περιστέρια τα δάχτυλά του
σκοτώνονται στα σίδερα.
Το άλλο πρωί
τα σίδερα ήταν βαμμένα πάλι,
μα ήταν τούτη τη φορά
το κόκκινο του αίματος,
το κόκκινο του χείμαρρου,
το κόκκινο της λευτεριάς.
Contributed by Riccardo Venturi - 2021/1/3 - 14:11
Language: Italian
Traduzione italiana / Italian translation / Traduction italienne / Italiankielinen käännös:
Riccardo Venturi, 3-1-2021
Riccardo Venturi, 3-1-2021
Prigione
Vita tranquilla, semplice;
Giocava coi colori.
Da piccolo, i ferri sembravano foglie,
Poi sono diventati blu: gioia, lavoro,
“Patria, famiglia, religione”.
Catene verniciate d'oro,
Le dita strisciano,
Rettili rosa sull'oro loro,
Piacere e libertà.
Ma un giorno, l'unghia
Gratta via la vernice dorata
Ed èccotele, le catene,
Nude, oscenamente nude
Davanti a lui. Le scuote
Furiosamente, però robuste erano;
E lui, finora, tranquillo,
Semplice e felice.
Le sue dita, colombi ciechi
Uccisi in catene.
L'altra mattina
Le catene le han riverniciate;
Ma stavolta erano rosse di sangue,
Rosse di torrente,
Rosse di libertà.
Vita tranquilla, semplice;
Giocava coi colori.
Da piccolo, i ferri sembravano foglie,
Poi sono diventati blu: gioia, lavoro,
“Patria, famiglia, religione”.
Catene verniciate d'oro,
Le dita strisciano,
Rettili rosa sull'oro loro,
Piacere e libertà.
Ma un giorno, l'unghia
Gratta via la vernice dorata
Ed èccotele, le catene,
Nude, oscenamente nude
Davanti a lui. Le scuote
Furiosamente, però robuste erano;
E lui, finora, tranquillo,
Semplice e felice.
Le sue dita, colombi ciechi
Uccisi in catene.
L'altra mattina
Le catene le han riverniciate;
Ma stavolta erano rosse di sangue,
Rosse di torrente,
Rosse di libertà.
×
Note for non-Italian users: Sorry, though the interface of this website is translated into English, most commentaries and biographies are in Italian and/or in other languages like French, German, Spanish, Russian etc.
[1985]
Σχέσεις σιωπής
Αμελοποίητο
Versi / A poem by / Poème de Chloi Koutsoumbeli/n runo
Σχέσεις σιωπής (Relazioni silenziose / Silent Relationships / Relations en silence / Hiljaiset suhteet)