Τι γύρευες στ’ αλβανικό βουνό,
μονάκριβε νησιώτη;
Και λαβωμένο κλαίει το δειλινό
την ακριβή σου νιότη...
Πάει ο ήλιος, πάει κι η Αμοργός,
στα μάτια του νυχτώνει.
Κι ο έφεδρος ανθυπολοχαγός
κοιμάται μες στο χιόνι.
Τα χρόνια σου καπνός τα παιδικά,
ανάσα η εφηβεία.
Στον τοίχο ματωμένα ιδανικά
μετάλλια και βραβεία...
Πάει ο ήλιος, πάει κι η Αμοργός,
στα μάτια του νυχτώνει.
Κι ο έφεδρος ανθυπολοχαγός
κοιμάται μες στο χιόνι.
μονάκριβε νησιώτη;
Και λαβωμένο κλαίει το δειλινό
την ακριβή σου νιότη...
Πάει ο ήλιος, πάει κι η Αμοργός,
στα μάτια του νυχτώνει.
Κι ο έφεδρος ανθυπολοχαγός
κοιμάται μες στο χιόνι.
Τα χρόνια σου καπνός τα παιδικά,
ανάσα η εφηβεία.
Στον τοίχο ματωμένα ιδανικά
μετάλλια και βραβεία...
Πάει ο ήλιος, πάει κι η Αμοργός,
στα μάτια του νυχτώνει.
Κι ο έφεδρος ανθυπολοχαγός
κοιμάται μες στο χιόνι.
×