Καταστολή
Katerina Gogou / Κατερίνα ΓώγουOriginal | Version française — RÉPRESSION-DÉPRESSION — Marco Valdo M.I. —... |
ΚΑΤΑΣΤΟΛΉ | RÉPRESSION-DÉPRESSION |
Ανάμεσα σ’ αυτές λέγω τις ξυραφισμένες εγκοπές όπου οι άνθρωποι συνήθιζαν να ονοματίζουν μάτια εκεί όπου υπάρχει φυτρωμένος ένας μικρός τάφινος σταυρός και μια μεγάλη γυναίκα καταθλιπτική με μαύρα γυαλιά κι ένα καφέ λουρί σκύλου στο χέρι σπάνε εκεί τις τελευταίες μέρες μου μεγάλα σκοτεινά νερά σταλμένα από δυνάμεις σκοτεινές καλώντας με να προχωρήσω... Μπρούμυτα πεθαμένοι με σακάκια ανεβαίνουν σταυρωτά μέσα από τα νερά τάματα μπούστο πρησμένα κολλάνε σα πεταλίθρες στο πίσω μέρος του κρανίου μου εκεί όπου αρχίζει το τριχωτόν μου πεινάνε είναι πεινασμένοι όλοι τους καταλαβαίνετε θέλουν να ζήσουν κόβουν εδώ πίσω με κοφτερές δαγκωνιές την τελευταία μου κοινωνική μου άμυνα αυτό που οι άνθρωποι συνήθισαν να ονοματίζουν μυαλό μου γι ’ αυτό τώρα εμένα που με βλέπετε δεν τρώω δεν κλαίω δεν φοβάμαι δεν βλέπω δεν μιλώ δεν εκκενώνω δεν αντιστέκομαι είμαι αυτάρκης και λεία των νεκρών φωσφορίζουσα θα προχωρήσω. | Là où parmi elles, je distingue rasés, les creux Que les gens nomment ordinairement les yeux, Pousse une petite croix funéraire Et une femme dépressive avec des lunettes noires Avec en main, une laisse lascive, M’y suit dans mes dernières heures, Les grandes eaux lugubres des forces obscures M’appellent à passer sur l’autre rive… Morts brutalement dans leurs costumes, tombent Dans les eaux des corps gonflés des tombes Et à mon crâne s’accrochent, pétales de pierre, Là où ma chevelure commence. Ils veulent vivre. Ils ont faim, ils ont faim, Ils ont tous faim… À coups de dents, ils mettent en morceaux Ma dernière défense sociale, Ce que les gens appelaient mon cerveau Et sans manger, sans pleurer, je m’affale ; Je n’ai pas peur, je ne vois pas, je ne parle pas, je ne fuis pas, je ne résiste pas. Je suis l’autarcique et phosphorescente, des morts, la proie Je m’en vais au-delà. |