Mediterráneo
Joan Manuel SerratOriginale | Μετἐφρασε στα ελληνικά / Traduzione greca / Greek translation... |
MEDITERRÁNEO | Μεσόγειος |
Quizá porque mi niñez | Ίσως γιατί η παιδική μου ηλικία |
Sigue jugando en tu playa, | Παίζει ακόμη στην παραλία σου, |
Y escondido tras las cañas | Και κρυμμένος πίσω από τις καλαμιές |
Duerme mi primer amor, | Κοιμάται ο πρώτος μου έρωτας, |
Llevo tu luz y tu olor | Κουβαλώ το φως και το άρωμά σου |
Por dondequiera que vaya, | Όπου και να πάω, |
Y amontonado en tu arena | Και απλωμένος στην άμμο σου |
Guardo [1] amor, juegos y penas. | Φυλάω την αγάπη, τα παιχνίδια και τις πίκρες. |
Yo, que en la piel tengo el sabor | Εγώ, που στο δέρμα έχω την πικρή |
Amargo del llanto eterno, | Γεύση του αιώνιου μοιρολογιού, |
Que han vertido en ti cien pueblos | Που έχουν ρίξει σε σένα εκατό λαοί |
De Algeciras a Estambul, | Από το Αλγεθίρας ως την Κωνσταντινούπολη, |
Para que pintes de azul | Για να βάψεις με μπλε |
Sus largas noches de invierno. | Τις μεγάλες νύχτες του χειμώνα τους. |
A fuerza de desventuras, | Kι από τα πολλά βάσανά σου |
Tu alma es profunda y oscura. | Η ψυχή σου είναι βαθιά και σκοτεινή. |
A tus atardeceres rojos | Στα κόκκινα δειλινά σου |
Se acostumbraron mis ojos | Συνήθισαν τα μάτια μου |
Como el recodo al camino, | Σαν τις στροφές στο δρόμο… |
Soy cantor, soy embustero, | Είμαι τραγουδιστής, είμαι κατεργάρης, |
Me gusta el juego y el vino, | μου αρέσει το παιχνίδι και το κρασί, |
Tengo alma de marinero. | Έχω ψυχή ναυτικού. |
¿Qué le voy a hacer, si yo | Τι μπορώ να κάνω, αφού εγώ, |
nací en el Mediterráneo | Γεννήθηκα στη Μεσόγειο; |
nací en el Mediterráneo? | Γεννήθηκα στη Μεσόγειο. |
Y te acercas, y te vas | Και πλησιάζεις και φεύγεις |
Después de besar mi aldea. | Αφού φιλήσεις το χωριό μου, |
Jugando con la marea | Παίζοντας με την παλίρροια |
Te vas, pensando en volver. | Φεύγεις με τη σκέψη να γυρίσεις. |
Eres como una mujer | Είσαι σα μια γυναίκα |
Perfumadita de brea | Αρωματισμένη με πίσσα |
Que se añora y que se quiere | Που τη νοσταλγούν και την αγαπούν |
Que se conoce y se teme. | Που τη γνωρίζουν και τη φοβούνται. |
Ay, si un día para mi mal | Aχ, κι αν μία μέρα για το κακό μου |
Viene a buscarme la parca. | Έρθει να με ψάξει o Χάρος |
Empujad al mar mi barca | Σπρώξτε στη θάλασσα τη βάρκα μου |
Con un levante otoñal | Με έναν φθινοπωρινό λεβάντε |
Y dejad que el temporal | Kι αφήστε την καταιγίδα |
Desguace sus alas blancas. | Να ξεδιπλώσει τα λευκά φτερά της. |
Y a mí enterradme sin duelo | Και μένα θάψτε με χωρίς θρήνο |
Entre la playa y el cielo. | Ανάμεσα στην παραλία και στον ουρανό... |
En la ladera de un monte, | Στην πλαγιά ενός βουνού, |
Más alto que el horizonte. | Πιο ψηλού κι απ’ τον ορίζοντα |
Quiero tener buena vista. | Θέλω να έχω ωραία θέα. |
Mi cuerpo será camino, | Το σώμα μου θα είναι δρόμος |
Le daré verde a los pinos | Θα δίνω το πράσινο στα πεύκα |
Y amarillo a la genista, | Και το κίτρινο στα σπάρτα, |
Cerca del mar, porque yo | Κοντά στη θάλασσα. Γιατί εγώ |
Nací en el Mediterráneo | Γεννήθηκα στη Μεσόγειο! |
Nací en el Mediterráneo | Γεννήθηκα στη Μεσόγειο! |
Nací en el Mediterráneo. | Γεννήθηκα στη Μεσόγειο! |
[1] Var. Tengo |